1Η Φωτοκοιλάδα είναι το μέρος όπου το φεγγάρι έχει μια θέση για όλους. Κατοικείται από τους τρελούς-τους σοφούς-αυτούς που όλο τα κύματα κοιτάνε. Όσοι έχουν πάει στην φωτοκοιλάδα δεν άντεξαν περισσότερο από μια μέρα εκεί. Ο χρόνος δεν υπάρχει στην φωτοκοιλάδα. Είναι το μέρος όπου γεννιούνται μωρά που τρώνε και πίνουν δίχως έγνοιες. Είναι το μέρος όπου οι προσδοκίες των γονιών-τρελών δεν σκάνε σαν Λερναία Ύδρα μπροστά στα κοκκινωπά πρόσωπα των μωρών. Εκεί ο κόσμος τρέφεται με μαρμελάδα βερίκοκο και κάνει μπάνιο σε βυσσινάδα. Η φωτοκοιλάδα είναι το μέρος όπου το φεγγάρι κάνει στάση κάθε βράδυ. Η αγάπη στην φωτοκοιλάδα δεν είναι κάτι μετρίσιμο και εμφανές. Δεν υπάρχει στα βιβλία, δεν υπάρχει λέξη που να την περιγράφει, απλά υπάρχει. Οι άνθρωποι της φωτοικοιλάδας είναι μακαριστοί και όμορφοι. Είναι γελαστοί και αγέρωχοι. Δεν λένε ψέματα και δεν φοράνε κοσμήματα. Είναι οι άνθρωποι πέρα από τους ανθρώπους των σπηλαίων. Στην φωτοκοιλάδα το φεγγάρι λαμπυρίζει και λέει παραμύθια στα παιδιά. Κάθε βράδυ τρυπώνει στα πουπουλένια μαξιλάρια και κεντάει μονογράμματα στις μαξιλαροθήκες. Η φωτοκοιλάδα μυρίζει γιασεμί. Κάποτε λένε ότι μύριζε μέντα αλλά την ψέκασαν με γιασεμί. Τα σύννεφα στην φωτοκοιλάδα μοιάζουν με μαλλί της γριάς και έχουν τυρκουάζ χρώμα. Αεροπλάνα δεν περνούν και δεν υπάρχουν ταξιδιωτικά γραφεία. Μεγάλα τραπέζια στρώνονται κάθε μεσημέρι στην πλατεία και στα δρομάκια και τα παιδιά παίζουν τουρτοπόλεμο. Η λέξη πόλεμος δεν υπάρχει. Είναι φανταστική λέξη του φανταστικού κειμενογράφου. Τα δέντρα κάνουν σκιά που χρυσαλίζει και όποιος κάθεται από κάτω μπορεί να πάρει λίγη από την σκόνη και να ζωγραφίσει επάνω στα φύλλα. Δεν υπάρχουν αριθμοί και γράμματα. Οι άνθρωποι συνεννοούνται με φιλιά. Παίζουν παιχνίδια με αχυρένιες μπάλες και βλέπουν τη δύση του φεγγαριού αγκαλιά. Οι γονείς της φωτοικοιλάδας δεν θέλουν μπράβο όταν φτιάχνουν δεντρόσπιτα. Γενικά δεν χρειάζονται μπράβο, αλλά αν δούνε ότι κάποιος δείχνει ότι το έχει ανάγκη του το δίνουν και δεν κακιώνουν μαζί του. Δεν λένε «α κοίτα αυτός θέλει να του πούνε μπράβο, α κοίτα πόσο ματαιόδοξος είναι που ράβει όλη μέρα φορέματα από κασμίρ και μετάξι, α κοίτα το σπίτι που έφτιαξε από πευκοβελόνες και μύρτιλα μα πως ζει μέσα στα μύρτιλια» όχι δεν σκέφτονται έτσι, λένε μπράβο σε όποιον το έχει ανάγκη χαϊδεύοντάς του το κεφάλι σαν να είναι μικρό παιδί και πηγαίνουν στις δουλειές τους. Οι δουλειές τους είναι να φτιάχνουν αιώρες και δεντρόσπιτα. Το είπαμε αυτό. Φτιάχνουν λεμονάδες και πορτοκαλάδες για όποιον ξινίζεται από το λεμόνι. Φτιάχνουν πόλεις και χωριά μόνο με μπογιές από μπλε σαπούνι μυρωδάτο. Δείχνουν τα ψάρια στην θάλασσα και τα χαϊδεύουν με το μυαλό τους.  Το μυαλό των ανθρώπων της φωτοκοιλάδας εμπνέεται από το φεγγάρι που έχει μια θέση για όλους. Όταν έχει γιορτή κανένας δεν κάθεται στο σπίτι μόνος του, ακόμα και αν είναι αδιάθετος. Αλλά μετά από όλα αυτά γίνεται κάποιος να νιώθει αδιάθετος; Όχι, γιατί στην φωτοικοιλάδα όλα είναι φτιαγμένα για τους ανθρώπους της, και τα παιδιά της. Τίποτα δεν μένει άχρηστο και τίποτα δε γίνεται χωρίς λόγο. Ακόμα και ο μεγαλύτερος γκρινιάρης του κόσμου, όπως ο Ανδρέας αν ερχόταν στην φωτοικοιλάδα θα είχε να πει μια καλή κουβέντα για τη χώρα αυτή. Αλλά ακόμα δεν θέλει, λέει ότι έχει πονοκέφαλο. Θα του περάσει όμως και θα πάρει το ποδήλατο και με μια δυο ορθοπεταλιές θα φτάσει στα πρώτα σπίτια της φωτοικοιλάδας.